Λέξη: φανελάκι
Σχετικές λέξεις: φανελάκι
φανελάκι ανδρικό, φανελάκι μετάφραση, φανελάκι θηλασμού, σακούλες φανελάκι, ισοθερμικό φανελάκι, φανελάκι λαστεξ
Μεταφράσεις: φανελάκι
φανελάκι στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
vest, shirt, undershirt
φανελάκι στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
chaleco, camisa, camiseta, la camisa, camisa de, playera
φανελάκι στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
weste, unterhemd, gewand, Hemd, Trikot, Shirt, Shirt mit
φανελάκι στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
octroyer, chemise, veste, impartir, maillot, accorder, concéder, attribuer, gilet, shirts, de maillot
φανελάκι στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
maglia, panciotto, maglietta, camicia, della camicia, camicia di
φανελάκι στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
veste, navio, colete, embarcação, camisa, camiseta, shirt do, camisa de
φανελάκι στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
herenvest, hemd, overhemd, shirt van, shirt van de, shirts
φανελάκι στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
распашонка, возлагать, облечь, бронежилет, майка, халат, жилетка, облекать, жилет, наделить, наделять, уполномочить, верста, рубашка, рубашки, рубашку, футболка, рубашке
φανελάκι στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
undertrøye, vest, skjorte, shirt, konstante, skjorte for herrer, skjorter
φανελάκι στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
väst, skjorta, shirt, tröja, tröjan
φανελάκι στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
siirtyä, etumus, ihokas, liivi, paita, paita klassinen, shirt, paidat
φανελάκι στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
vest, skjorte, shirt, shirts, trøje
φανελάκι στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vesta, vestička, propůjčit, udělit, tílko, košile, tričko, shirt, košili, tričku
φανελάκι στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
użyczać, wdziewać, udzielić, nadawać, bezrękawnik, okrywać, kamizelka, podkoszulek, udzielać, kaftan, nadać, koszula, koszulka, trykotowa, Shirt, koszulę
φανελάκι στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
trikó, alsóing, ing, póló, inget, shirt, pólót
φανελάκι στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yelek, fanila, gömlek, forması, Shirt, gömleği, tişört
φανελάκι στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
кораблі, посудини, сорочка, рубашка
φανελάκι στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
këmishë, shirt, këmisha, këmishë me, këmisha e
φανελάκι στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
риза, ризата, дърпания, дърпания за, тениска
φανελάκι στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
кашуля, рубашка, сарочка
φανελάκι στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
särk, rüütama, vest, särgi, särki, pluus
φανελάκι στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
opunomoćiti, košulja, shirt, košulju, majica, košulje
φανελάκι στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
bolur, skyrta, skyrtu, bol
φανελάκι στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
liemenė, marškiniai, marškinėliai, shirt, marškinėlių, marškinius
φανελάκι στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
veste, krekls, kreklu, shirt, krekla, krekls ar
φανελάκι στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
елекот, кошула, маица, кошулата, дрес
φανελάκι στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
vestă, maiou, cămașă, tricou, shirt, camasa, cămașa
φανελάκι στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
jopič, shirt, majica, srajca, srajco, majico
φανελάκι στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
tričko, košele, košeľa, košile, svetre
Τυχαίες λέξεις