Current στα ελληνικά

Μετάφραση: current, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τωρινός, ρεύμα
Current στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aluminates στα ελληνικά - αργιλικά, αργιλικά άλατα, αργιλικών, τα αργιλικά, αλουμινικές
  • bias στα ελληνικά - προκατάληψη
  • carpal στα ελληνικά - καρπικός, καρπικής, καρπικό, καρπική, το καρπικό
  • ceremonial στα ελληνικά - τελετουργικός
Τυχαίες λέξεις
Current στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τωρινός, ρεύμα