Dangle στα ελληνικά
Μετάφραση: dangle, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κρεμιέμαι, κουνώ, κουνιέμαι, κουνάτε τα, να κουνάτε τα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- addressability στα ελληνικά - ανταπόκρισης της, δυνατότητα ανταπόκρισης, δυνατότητα ανταπόκρισης της, διευθυνσιοδότησης
- ambassadorial στα ελληνικά - πρεσβευτικός, πρεσβευτικούς, πρέσβεων, πρεσβευτών, πρεσβευτικό
- anglicism στα ελληνικά - αγγλισμό, αγγλισμό που
- capriciousness στα ελληνικά - ιδιοτροπία
Τυχαίες λέξεις
Dangle στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κρεμιέμαι, κουνώ, κουνιέμαι, κουνάτε τα, να κουνάτε τα
Μεταφράσεις: κρεμιέμαι, κουνώ, κουνιέμαι, κουνάτε τα, να κουνάτε τα