Dependency στα ελληνικά

Μετάφραση: dependency, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξάρτηση, εξάρτησης, εξάρτηση από, εξάρτησης από, της εξάρτησης
Dependency στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • architecturally στα ελληνικά - αρχιτεκτονικά, αρχιτεκτονική, αρχιτεκτονικής, αρχιτεκτονικό, από αρχιτεκτονική
  • bothering στα ελληνικά - ενοχλεί, ενοχλούν, να ενοχλεί, ενδιαφέρεται, να ενδιαφέρεται
  • capita στα ελληνικά - κεφαλήν, κεφαλή, κάτοικο, κατά κεφαλήν, κατά κεφαλή
Τυχαίες λέξεις
Dependency στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξάρτηση, εξάρτησης, εξάρτηση από, εξάρτησης από, της εξάρτησης