Λέξη: προστυχαίνω

Μεταφράσεις: προστυχαίνω

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
debase, prostychaino
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
degradar, rebajar, prostychaino
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
prostychaino
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
galvauder, baisser, déprécier, déprimer, avilir, abaisser, caler, abâtardissons, diminuer, abâtardis, ...
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
prostychaino
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
morte, rebaixar, prostychaino
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
prostychaino
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
портить, понижать, prostychaino
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
prostychaino
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
prostychaino
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
laimentaa, jatkaa, prostychaino
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
prostychaino
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
snížit, zlehčit, znehodnotit, prostychaino
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
poniżać, upodlić, deprecjonować, obniżać, prostychaino
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
prostychaino
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
alçaltmak, prostychaino
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
псувати, коштовність, цінність, prostychaino
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
prostychaino
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
prostychaino
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
prostychaino
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
lahjendama, prostychaino
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
uniziti, poniziti, prostychaino
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
prostychaino
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
prostychaino
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
prostychaino
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
prostychaino
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
prostychaino
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
prostychaino
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
prostychaino
Τυχαίες λέξεις