Enlargement στα ελληνικά

Μετάφραση: enlargement, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μεγέθυνση, διεύρυνση, διεύρυνσης, τη διεύρυνση, της διεύρυνσης
Enlargement στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • amazingly στα ελληνικά - καταπληκτικά, εκπληκτικά, απίστευτα
  • autogiro στα ελληνικά - ελικόπτερο αεροπλάνο, αυτόγυρο
Τυχαίες λέξεις
Enlargement στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μεγέθυνση, διεύρυνση, διεύρυνσης, τη διεύρυνση, της διεύρυνσης