Fatigue στα ελληνικά

Μετάφραση: fatigue, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κόπος, κούραση, κόπωση
Fatigue στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • absolve στα ελληνικά - απαλλάσσω
  • aides στα ελληνικά - βοηθοί, οι βοηθοί, βοηθούς, βοηθών
  • carbonate στα ελληνικά - ανθρακικό άλας, ανθρακικό, ανθρακικού, το ανθρακικό, ανθρακικόν
Τυχαίες λέξεις
Fatigue στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κόπος, κούραση, κόπωση