Filling στα ελληνικά

Μετάφραση: filling, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σφράγισμα, γέμισμα, χορταστικός
Filling στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aspirator στα ελληνικά - αναρροφητήρα, αναρροφητήρας, αναρροφητού, αναρροφητήρος, αναρροφητή
  • bedwetting στα ελληνικά - ενούρηση, βρέχουν το κρεβάτι, βρέχουν το κρεβάτι τους, την ενούρηση
  • billabong στα ελληνικά - Billabong, η Billabong, στο Billabong, Billabong οι, στο Billabong οι
  • caregiver στα ελληνικά - φροντιστή, φροντιστής, φροντίζει, ο φροντιστής
Τυχαίες λέξεις
Filling στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σφράγισμα, γέμισμα, χορταστικός