Final στα ελληνικά
Μετάφραση: final, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τελικός
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- approving στα ελληνικά - για την έγκριση, την έγκριση, έγκριση, περί εγκρίσεως, εγκρίσεως
- bunkering στα ελληνικά - ανεφοδιασμού καυσίμων, ανεφοδιασμού, ανεφοδιασμός σε καύσιμα, ανεφοδιασμού σε καύσιμα, ανεφοδιασού καυσίων
- carcinoma στα ελληνικά - καρκίνωμα, καρκινώματος, καρκίνωμα του, καρκινώματος του, το καρκίνωμα
Τυχαίες λέξεις
Final στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τελικός
Μεταφράσεις: τελικός