Fundamentally στα ελληνικά
Μετάφραση: fundamentally, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ουσιαστικά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- absurdist στα ελληνικά - παραλόγου, του παραλόγου, παράλογη, παράλογο
- adoptability στα ελληνικά - προσαρμοστικότητας, αξιοσημείωτη προσαρμοστικότητα
- anorexia στα ελληνικά - ανορεξία, ανορεξίας, η ανορεξία, νευρική, την ανορεξία
Τυχαίες λέξεις
Fundamentally στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ουσιαστικά
Μεταφράσεις: ουσιαστικά