Human στα ελληνικά

Μετάφραση: human, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άνθρωπος, ανθρώπινος, ανθρώπινη, ανθρώπινα, ανθρώπινο, ανθρώπινης
Human στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • alack στα ελληνικά - αλλοίμονο
  • astride στα ελληνικά - καβάλα, ιππαστί, διάσκελα, καβάλλα, ιππαστί επί
  • avoided στα ελληνικά - αποφεύγονται, αποφεύγεται, αποφευχθούν, αποφεύγεται η, αποφευχθεί
  • calaboose στα ελληνικά - φυλακή
Τυχαίες λέξεις
Human στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άνθρωπος, ανθρώπινος, ανθρώπινη, ανθρώπινα, ανθρώπινο, ανθρώπινης