Hunt στα ελληνικά

Μετάφραση: hunt, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κυνηγώ, κυνήγι, Hunt, το κυνήγι, κυνηγιού, κυνηγούν
Hunt στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • advocacies στα ελληνικά - που τα υποστηρίζει
  • benching στα ελληνικά - αναβαθμίδα, πρόσχωση, Πάγκοι, εκτελείται τις μετρήσεις
  • caudate στα ελληνικά - αυτός που έχει ουρά, κερκοφόρου, κερκοφόρο, κερκοφόρος, κερκοφόρο πυρήνα
Τυχαίες λέξεις
Hunt στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κυνηγώ, κυνήγι, Hunt, το κυνήγι, κυνηγιού, κυνηγούν