Income στα ελληνικά

Μετάφραση: income, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εισόδημα, απολαβή, έσοδα, εισοδήματος, εσόδων, εισοδημάτων
Income στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • beings στα ελληνικά - όντα, όντων, τα όντα, πλάσματα, οντα
  • bet στα ελληνικά - στοίχημα, στοιχηματίζω
  • blackbird στα ελληνικά - κότσυφας
  • cat's-meat στα ελληνικά - Σωματικό, γάτας, της γάτας
Τυχαίες λέξεις
Income στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εισόδημα, απολαβή, έσοδα, εισοδήματος, εσόδων, εισοδημάτων