Indigence στα ελληνικά

Μετάφραση: indigence, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ένδεια, ακτημοσύνη, ανέχειας, απορίας, προσωπική ένδεια
Indigence στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • belly στα ελληνικά - κοιλιά, κοιλιάς, της κοιλιάς, την κοιλιά, κοιλιά της
Τυχαίες λέξεις
Indigence στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ένδεια, ακτημοσύνη, ανέχειας, απορίας, προσωπική ένδεια