Inhabit στα ελληνικά
Μετάφραση: inhabit, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατοικώ
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- away στα ελληνικά - μακριά, φιλοξενούμενη, πόδια, τα πόδια, λίγο έξω
- barracuda στα ελληνικά - σφυραίνα, Barracuda, μπαρακούντα, το barracuda, Η Barracuda
- blasphemies στα ελληνικά - βλασφημίες, τις βλασφημίες, βλασφημίας, έλεγε λόγια βλασφημίας
- buyer στα ελληνικά - αγοραστής
Τυχαίες λέξεις
Inhabit στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατοικώ
Μεταφράσεις: κατοικώ