Λέξη: λανθασμένα
Σχετικές λέξεις: λανθασμένα
λανθασμένα συνώνυμα, λανθασμένα αγγλικα, λανθασμένα πρότυπα
Συνώνυμα: λανθασμένα
άδικως
Μεταφράσεις: λανθασμένα
λανθασμένα στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
wrongly, incorrectly, erroneously, false, incorrect
λανθασμένα στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
mal, incorrectamente, incorrecta, forma incorrecta, correctamente
λανθασμένα στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
falsch, fälschlich, fehlerhaft, fälschlicherweise, nicht korrekt, korrekt
λανθασμένα στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
mal, faussement, incorrectement, incorrecte, manière incorrecte, à tort
λανθασμένα στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
in modo non corretto, errato, in modo errato, erroneamente, correttamente
λανθασμένα στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
incorretamente, incorrectamente, incorrecta, forma incorrecta, de forma incorrecta
λανθασμένα στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
onjuist, verkeerd, onrechte, ten onrechte, onjuiste
λανθασμένα στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
ошибочно, неправильно, вкривь, неверно, некорректно, неправильной
λανθασμένα στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
feil, ukorrekt, feilaktig, feil måte, på feil måte
λανθασμένα στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
felaktigt, felaktig, på fel, ett felaktigt, felaktigt sätt
λανθασμένα στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
väärin, virheellisesti, oikein, virheellinen
λανθασμένα στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
forkert, ukorrekt, fejlagtigt, urette
λανθασμένα στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
špatně, nesprávně, správně, chybně, nesprávných
λανθασμένα στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
źle, niewłaściwie, nieprawidłowo, niepoprawnie, błędnie, Nieprawidłowe
λανθασμένα στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
helytelenül, ártatlanul, tévesen, hibásan, helytelen, rosszul
λανθασμένα στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
hatalı olarak, yanlış, hatalı, yanlış olarak
λανθασμένα στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
неправильно, невірно, не так, помилково, невірне
λανθασμένα στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
gabimisht, gabim, gabuar, të gabuar, pasaktë
λανθασμένα στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
неправилно, погрешно, правилно, некоректно, неточно
λανθασμένα στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
няправільна, няслушна, неверно, памылкова, недакладна
λανθασμένα στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
vääralt, ebaõigesti, valesti, ekslikult, vale
λανθασμένα στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
netočno, nepravilno, pogrešno, pogrešan, neispravno
λανθασμένα στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
rangt, rangt inn, ranglega, vitlaust, rangan
λανθασμένα στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
male
λανθασμένα στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
neteisingai, netinkamai, klaidingai, neteisingą
λανθασμένα στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
nepareizi, kļūdaini, pareizi, ir nepareizi
λανθασμένα στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
неправилно, погрешно, неточно, некоректно, правилно
λανθασμένα στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
în mod incorect, incorect, mod incorect, eronat, mod greșit
λανθασμένα στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
neprávem, nepravilno, napačno, pravilno, ni pravilno, je nepravilno
λανθασμένα στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
nesprávne, správne, neoprávnene, chybne, mylne