Investigation στα ελληνικά
Μετάφραση: investigation, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διερεύνηση, έρευνα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ascetics στα ελληνικά - ασκητές, ασκητών, οι ασκητές, τους ασκητές, των ασκητών
- aseptic στα ελληνικά - άσηπτη, ασηπτικές, ασηπτική, άσηπτης, άσηπτες
- belay στα ελληνικά - σταματώ, περιδένω, ρελέ, δένω παλαμάρι, παίρνω βόλτα
- catalyzes στα ελληνικά - καταλύει
Τυχαίες λέξεις
Investigation στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διερεύνηση, έρευνα
Μεταφράσεις: διερεύνηση, έρευνα