Law στα ελληνικά
Μετάφραση: law, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νόμος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- amounts στα ελληνικά - ποσά, τα ποσά, ποσότητες, ποσών, ποσά που
- censored στα ελληνικά - λογοκρίνονται, λογοκρίνεται, λογοκριμένη, λογοκρίθηκε, λογοκριθεί
- cervix στα ελληνικά - τράχηλος της μήτρας, τραχήλου, τράχηλο, τραχήλου της μήτρας, τράχηλος
- changeable στα ελληνικά - μεταβλητός, ευμετάβλητος, άστατος
Τυχαίες λέξεις
Law στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νόμος
Μεταφράσεις: νόμος