Moot στα ελληνικά

Μετάφραση: moot, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αμφισβητούμενος, συζητήσιμος, ανακινώ, αμφισψητήσιμο, αμφισβητήσιμο, άνευ αντικειμένου
Moot στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • answer στα ελληνικά - απάντηση, απαντώ, απάντησης, απάντησή, απαντήσεως, κρίνοντας
  • avow στα ελληνικά - ομολογώ, διαβεβαιώνω
Τυχαίες λέξεις
Moot στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αμφισβητούμενος, συζητήσιμος, ανακινώ, αμφισψητήσιμο, αμφισβητήσιμο, άνευ αντικειμένου