Λέξη: κίνδυνος
Σχετικές λέξεις: κίνδυνος
κίνδυνος φτώχειας, κίνδυνος δηλητηρίασης από τις αμπούλες του ηλεκτρονικού τσιγάρου, κίνδυνος συνώνυμο, κίνδυνος ρευστότητας, κίνδυνος ανάφλεξης πλυντηρίων πιάτων, κίνδυνος χαρτοφυλακίου, κίνδυνος για τα σκυλιά από' την πιτυοκάμπη, κίνδυνος αγοράς, κίνδυνος συνωνυμα, κίνδυνος αποβολής
Συνώνυμα: κίνδυνος
ριψοκινδύνευση, κύνδινος, διακινδύνευση
Μεταφράσεις: κίνδυνος
κίνδυνος στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
danger, hazard, risk, risk of, a risk
κίνδυνος στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
aventurar, arriesgar, fortuna, riesgo, peligro, riesgos, riesgo de, de riesgo, el riesgo
κίνδυνος στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
risiko, wagnis, lebensgefahr, zufall, gefahr, gefahren, achtung, glück, riskieren, Risiko, Gefahr, Risiken
κίνδυνος στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
aléa, risque, rencontre, bonheur, hasard, péril, danger, hasarder, chance, accident, aventurer, détresse, risques, le risque, des risques, les risques
κίνδυνος στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
repentaglio, rischiare, fortuna, arrischiare, ventura, azzardo, pericolo, rischio, rischi, del rischio, rischio di, dei rischi
κίνδυνος στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
dinamarquês, perigo, arriscar, aventurar, risco, perigos, ensejo, feno, riscos, de risco, risco de, de riscos
κίνδυνος στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
perikel, waagstuk, gewaagdheid, riskeren, uitzicht, kans, toeval, toevalligheid, onraad, hachelijkheid, gevaar, wagen, tref, nood, bof, risico's, risico, het risico
κίνδυνος στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
риск, опасность, гроза, шанс, угроза, риска, рисками, рисков, риском
κίνδυνος στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
hell, lykke, risiko, fare, risikoen
κίνδυνος στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
lycka, slump, fara, riskera, våda, risk, risken, risker
κίνδυνος στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
sattuma, vaarantaa, riskit, vaara, vaarat, riskeerata, uhka, arvata, hätä, riski, riskin, riskiä, riskien
κίνδυνος στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
fare, risiko, held, tilfælde, risikoen, risiko for, risici
κίνδυνος στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
hazardovat, riziko, riskovat, nebezpečí, náhoda, rizik, rizika
κίνδυνος στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
przypadek, hazard, ryzykować, zagrożenie, ryzyko, groźba, niebezpieczeństwo, ryzyka, ryzykiem
κίνδυνος στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
rizikó, kockajáték, bérkocsi-állomás, kockázat, kockázati, kockázatot, kockázata, kockázatát
κίνδυνος στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
riziko, tehlike, risk, şans, riski, riskli, bir risk, riskinin
κίνδυνος στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
ризик, загроза, небезпеку, погроза, небезпека, погрожування
κίνδυνος στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
rrezik, risk, rreziku, të rrezikut, e rrezikut
κίνδυνος στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
рисковата, риск, риска, на риска, опасност
κίνδυνος στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
рызыка, рызыку
κίνδυνος στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
oht, hädaoht, riskima, risk, riski, ohtu, riskide
κίνδυνος στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
opasnost, sreća, pogibelj, opasnosti, rizik, riskirati, rizika, rizicima, rizikom
κίνδυνος στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
áhætta, hætta, áhættu, hættu, hættan
κίνδυνος στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
discrimen, periculum
κίνδυνος στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
sėkmė, rizika, laimė, pavojus, grėsmė, rizikos, riziką, pavojaus
κίνδυνος στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
briesmas, risks, draudi, riskēt, riska, risku
κίνδυνος στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
опасноста, ризик, ризикот, на ризик, на ризикот, ризици
κίνδυνος στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
noroc, primejdie, pericol, risc, riscului, riscurilor, de risc, a riscurilor
κίνδυνος στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
náhoda, hazard, nevarnost, tveganje, tveganja, tveganj, tveganji
κίνδυνος στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
hazard, náhoda, nebezpečenstvo, riziko, rizika, riziká, riziku
Στατιστικά δημοτικότητας: κίνδυνος
Τυχαίες λέξεις