Occasionally στα ελληνικά
Μετάφραση: occasionally, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περιοδικά, πότε-
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- always στα ελληνικά - πάντοτε, πάντα, πάντα να, είναι πάντα, διαρκώς
- bathing-box στα ελληνικά - κολύμβησης, κολυμβήσεως, κολύμβηση, μπάνιο, κολυμβητικής
- cadastral στα ελληνικά - κτηματολογικό, κτηματολογικά, κτηματολογικών, κτηματολογικού, κτηματολογικές
Τυχαίες λέξεις
Occasionally στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περιοδικά, πότε-
Μεταφράσεις: περιοδικά, πότε-