Officer στα ελληνικά

Μετάφραση: officer, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στέλεχος, αξιωματικός
Officer στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • beatable στα ελληνικά - νικηθεί, δυνατόν να νικηθεί, ηττήσιμο, να νικηθεί
  • behemoths στα ελληνικά - μεγαθήρια, κολοσσών, κολοσσούς, κολοσσοί, γιγαντιαίων
  • brick-red στα ελληνικά - τούβλο, τούβλα, από τούβλα, τούβλου, μωσαϊκού
  • care-free στα ελληνικά - ξένοιαστες, ξέγνοιαστες
Τυχαίες λέξεις
Officer στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στέλεχος, αξιωματικός