Organic στα ελληνικά
Μετάφραση: organic, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οργανικός, οργανική, οργανικό, οργανικά, οργανικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aspirants στα ελληνικά - υποψηφίους, διεκδικητών, ζηλωτές, υποψήφιοι, φιλοδοξούν
- behave στα ελληνικά - συμπεριφέρομαι
- bivalence στα ελληνικά - δισθενές
- breast-stroke στα ελληνικά - μαστού, του μαστού, στήθος, στήθους, μητρικό
Τυχαίες λέξεις
Organic στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οργανικός, οργανική, οργανικό, οργανικά, οργανικές
Μεταφράσεις: οργανικός, οργανική, οργανικό, οργανικά, οργανικές