Outlaw στα ελληνικά

Μετάφραση: outlaw, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φυγάς, εκτός νόμου, θέσει εκτός νόμου, θέσουν εκτός νόμου, παράνομο, απαγορεύσει
Outlaw στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • betraying στα ελληνικά - προδοσία
  • camp-follower στα ελληνικά - στρατόπεδο, κατασκήνωση, στρατοπέδου, καταυλισμό, το στρατόπεδο
Τυχαίες λέξεις
Outlaw στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φυγάς, εκτός νόμου, θέσει εκτός νόμου, θέσουν εκτός νόμου, παράνομο, απαγορεύσει