Outlet στα ελληνικά
Μετάφραση: outlet, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διέξοδος, έξοδος, εξόδου, έξοδο, πρίζα, εξαγωγής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- allocations στα ελληνικά - κατανομές, χορηγήσεις, χορηγήσεων, κατανομή, πιστώσεις
- amateurish στα ελληνικά - ερασιτεχνικός
- bloodlust στα ελληνικά - δίψα για αίμα
- burgundy στα ελληνικά - Βουργουνδία, μπορντό, Βουργουνδίας, βυσσινί, Burgundy
Τυχαίες λέξεις
Outlet στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διέξοδος, έξοδος, εξόδου, έξοδο, πρίζα, εξαγωγής
Μεταφράσεις: διέξοδος, έξοδος, εξόδου, έξοδο, πρίζα, εξαγωγής