Perpetual στα ελληνικά

Μετάφραση: perpetual, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενδελεχής, παντοτινός, αέναος, διαρκής, αέναη, διαρκές, αόριστης διάρκειας
Perpetual στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • babysitting στα ελληνικά - Φύλαξη Παιδιών, φύλαξης παιδιών, επιτήρηση παιδιών, Φύλαξη βρεφών
  • barrack-room στα ελληνικά - στρατώνας, στρατοπέδων, των στρατοπέδων, στρατώνα
  • breathe στα ελληνικά - αναπνέω
  • cavalries στα ελληνικά - ιππικού, ιππείς, ιππικού η
Τυχαίες λέξεις
Perpetual στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενδελεχής, παντοτινός, αέναος, διαρκής, αέναη, διαρκές, αόριστης διάρκειας