Personally στα ελληνικά
Μετάφραση: personally, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προσωπικά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- according στα ελληνικά - σύμφωνα με, σύμφωνα, ανάλογα, κατά
- adulterate στα ελληνικά - νοθεύω, αλλοιώνω
- bicentenary στα ελληνικά - δισεκατοντήριδα
Τυχαίες λέξεις
Personally στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προσωπικά
Μεταφράσεις: προσωπικά