Pert στα ελληνικά

Μετάφραση: pert, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θρασύς, αυθάδης, PERT, το PERT, PERT που
Pert στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abbreviate στα ελληνικά - συντομεύω
  • angelically στα ελληνικά - αγγελικά
  • assesses στα ελληνικά - αξιολογεί, υπολογίζει
Τυχαίες λέξεις
Pert στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θρασύς, αυθάδης, PERT, το PERT, PERT που