Λέξη: άμπωτη
Σχετικές λέξεις: άμπωτη
άμπωτη ονειροκρίτης, η άμπωτη, άμπωτη και πλημμυρίδα
Συνώνυμα: άμπωτη
ύφεση, παλίνδρομο ρεύμα, ανάρρους, αναπόδιση, παλλίρροια
Μεταφράσεις: άμπωτη
άμπωτη στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
ebb, low tide, refluence, reflux, neap tide
άμπωτη στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
menguar, reflujo, flujo, ebb, menguante, de reflujo
άμπωτη στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
ebbe, Ebbe, ebb
άμπωτη στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
baisser, tomber, baisse, descendre, déchéance, reflux, faillite, couler, décadence, perte, chute, flux, jusant, descendante, ebb
άμπωτη στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
riflusso, flusso, ebb, declino, di riflusso
άμπωτη στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
vazante, ebb, fluxo, refluxo, maré
άμπωτη στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
eb, ebbe, pitje, ebb, eb-
άμπωτη στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
обор, упадок, отлив, приливы, отливы, приливно, отливное
άμπωτη στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
ebbe, fjære, flo, ebb, av Ebb
άμπωτη στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ebb, ebba, ebben
άμπωτη στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
väheneminen, häviäminen, häipyminen, laskuvesi, EBB, luode, vaihtelevasta menestyksestä
άμπωτη στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
ebbe, ebb
άμπωτη στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
úbytek, odlévat, klesat, odliv, pokles, ubývat, úpadek, ebb, odliv #, ustupovat
άμπωτη στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
niknąć, ubytek, upadek, rura, odpływ, opadać, słabnąć, odpływać, opadanie, Ebb, przypływy, odpływy, wykres przypływów i
άμπωτη στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
apály, Ebb, hanyatlás, olvasztások, Az olvasztások
άμπωτη στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
cezir, ebb, dökümler, alçalmak, bozulmak
άμπωτη στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
відливши, відплив, відлив, відливи
άμπωτη στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
dobësim, baticë, dobësohem, tërhiqet, baticat
άμπωτη στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
отлив, отпадналост, намалява силата, залез
άμπωτη στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
пускаць, адліў
άμπωτη στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
hääbumine, mõõn, ebb, kahanemine, langema, Arve vesi
άμπωτη στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
oseka, opadati, opasti, opadanje, plimu
άμπωτη στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
fjara, EBB
άμπωτη στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
atoslūgis, kritimas, Maksimalus greitis aukštos srovės, Atplūdi, mažėti
άμπωτη στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
bēgums, paisumu, atplūdi, atplūst, ebb
άμπωτη στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
одлив, осеката, одливот, одливот на
άμπωτη στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
declin, reflux, ebb, fi în declin, decădere
άμπωτη στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
odliv, oseka, EBB, bančništvo EBB, tako EBB
άμπωτη στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
odliv, únik, odlev, úbytok, odlivu
Τυχαίες λέξεις