Primarily στα ελληνικά

Μετάφραση: primarily, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κυρίως
Primarily στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • air-cushion στα ελληνικά - αερόστρωμνα, αερόστρωμνων, των αερόστρωμνων, τα αερόστρωμνα, αερόστρωμνου
  • air-stable στα ελληνικά - σταθερό στον αέρα, σταθερό στο αέρα
  • beguiler στα ελληνικά - απατεώνας, δελεαστής
  • by-election στα ελληνικά - επαναληπτική εκλογή, επαναληπτικές εκλογές, με αναπληρωματική εκλογή, αναπληρωματική εκλογή
Τυχαίες λέξεις
Primarily στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κυρίως