Κυρίως στα αγγλικά
Μετάφραση: κυρίως, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
primarily, mainly, mostly, chiefly, principally
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: κυρίως
mainly
- κυρίως
- κυρίως
- ως επί το πλείστον
- κυρίως
- πρωτίστως
- πρώτιστα
- κυρίως
- αρχικώς
Σχετικές λέξεις: κυρίως
κυρίως ροή ποταμού, κυρίως βυζαντινή περίοδος κύπρος, κυρίως συνώνυμο, κυρίως σπήλαιο του διρού, κυρίως πιάτο για τραπέζι, κυρίως λεξικό γλώσσας αγγλικά, κυρίως στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- κυρία στα αγγλικά - lady, gentlewoman, madam, mistress, Mrs., Mrs
- κυρίαρχος στα αγγλικά - sovereign, ruling, paramount, dominant, master
- κυριαρχία στα αγγλικά - domain, sovereignty, dominion, supremacy, domination, reign
- κυριαρχώ στα αγγλικά - dominate, overmaster, predominate, prevail
Τυχαίες λέξεις
Κυρίως στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: primarily, mainly, mostly, chiefly, principally
Μεταφράσεις: primarily, mainly, mostly, chiefly, principally