Princely στα ελληνικά
Μετάφραση: princely, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ηγεμονικός, πριγκηπικό, αρχοντικής, πριγκιπικό, πριγκηπικά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ankles στα ελληνικά - αστραγάλους, τους αστραγάλους, αστράγαλοι, αστραγάλων, στους αστραγάλους
- applier στα ελληνικά - εφαρμοστής, εφαρμογέα, εφαρμοστή, εφαρμογέας, οπτομέτρη
- besot στα ελληνικά - αποχαυνώνω
- bristly στα ελληνικά - σκληρότριχος, αγκαθωτούς, τριχωτή
Τυχαίες λέξεις
Princely στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ηγεμονικός, πριγκηπικό, αρχοντικής, πριγκιπικό, πριγκηπικά
Μεταφράσεις: ηγεμονικός, πριγκηπικό, αρχοντικής, πριγκιπικό, πριγκηπικά