Rag στα ελληνικά
Μετάφραση: rag, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κουρέλι
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- assignable στα ελληνικά - μεταβιβάσιμη, να εκχωρηθεί, να μεταβιβασθούν, μεταβιβασθούν, εκχωρητέα
- attested στα ελληνικά - πιστοποιείται, βεβαιώνεται, μαρτυρείται, που βεβαιώνεται, πιστοποιούμενες
- battered στα ελληνικά - κακοποιημένες, κακοποιημένη, ταλαιπώρησε, κακοποιημένων, χτυπημένους
- bitch στα ελληνικά - σκύλα, θηλυκό, σκύλας, η σκύλα, πουτάνα
Τυχαίες λέξεις
Rag στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κουρέλι
Μεταφράσεις: κουρέλι