Ransom στα ελληνικά
Μετάφραση: ransom, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξαγορά, λύτρα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- admits στα ελληνικά - παραδέχεται, δέχεται, αναγνωρίζει, παραδέχεται ότι, ομολογεί
- birth στα ελληνικά - γέννα, γέννηση, γέννησης, τη γέννηση, γέννησή, τη γέννησή
- body-snatcher στα ελληνικά - σώμα, το σώμα, σώματος, οργανισμό, οργανισμός
Τυχαίες λέξεις
Ransom στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξαγορά, λύτρα
Μεταφράσεις: εξαγορά, λύτρα