Reluctant στα ελληνικά
Μετάφραση: reluctant, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απρόθυμος, διστακτικός, απρόθυμοι, διστάζουν, απρόθυμες, απρόθυμη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- animalcule στα ελληνικά - ζωάκι, ζωύφιο
- antlers στα ελληνικά - κέρατα, ελαφόκερες, ελαφοκέρατα, κέρατα ελαφιών, τα κέρατα
- casein στα ελληνικά - καζεΐνη, καζεΐνης, καζεϊνη, καζεϊνης, καζείνης
- channels στα ελληνικά - κανάλια, καναλιών, διαύλων, διαύλους, τα κανάλια
Τυχαίες λέξεις
Reluctant στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απρόθυμος, διστακτικός, απρόθυμοι, διστάζουν, απρόθυμες, απρόθυμη
Μεταφράσεις: απρόθυμος, διστακτικός, απρόθυμοι, διστάζουν, απρόθυμες, απρόθυμη