Roughly στα ελληνικά
Μετάφραση: roughly, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρόχειρα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- adherently στα ελληνικά - προσκολλημένα, συγκολλητικώς, σφικτά
- aerator στα ελληνικά - αεριστής, αεριστή, εξαεριστής, αεριστήρα
- alkalization στα ελληνικά - αλκαλοποίησις, αλκαλικοποίησης, αλκαλοποίηση, αλκαλικοποίηση, αλκαλικοποίηση του διαλύματος
- beater στα ελληνικά - δάρτης
Τυχαίες λέξεις
Roughly στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρόχειρα
Μεταφράσεις: πρόχειρα