Scream στα ελληνικά

Μετάφραση: scream, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φωνάζω, στριγκλίζω, κραυγή, κραυγάζω, ουρλιάζουν, να ουρλιάζουν, κραυγάζουν, κραυγάζει
Scream στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abominated στα ελληνικά - αηδιαστικό
  • anti-knock στα ελληνικά - αντι, κατά, καταπολέμηση, anti, την καταπολέμηση
  • biotechnology στα ελληνικά - βιοτεχνολογία, βιοτεχνολογίας, της βιοτεχνολογίας, η βιοτεχνολογία, τη βιοτεχνολογία
  • bloodied στα ελληνικά - ματωμένο, ματωμένα, ματωμένης, το ματωμένο, αιματοβαμμένα
Τυχαίες λέξεις
Scream στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φωνάζω, στριγκλίζω, κραυγή, κραυγάζω, ουρλιάζουν, να ουρλιάζουν, κραυγάζουν, κραυγάζει