Shortage στα ελληνικά

Μετάφραση: shortage, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έλλειψη, έλλειψης, έλλειμμα, ανεπάρκεια, ελλείψεις
Shortage στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • adductor στα ελληνικά - προσαγωγός, προσαγωγούς, προσαγωγό, προσαγωγών, προσαγωγού
  • all-metal στα ελληνικά - μεταλλική, όλων των μετάλλων, εξ ολοκλήρου από μέταλλο
  • anytime στα ελληνικά - οποτεδήποτε, ανά πάσα στιγμή, οποιαδήποτε στιγμή, πάσα στιγμή
Τυχαίες λέξεις
Shortage στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έλλειψη, έλλειψης, έλλειμμα, ανεπάρκεια, ελλείψεις