Slope στα ελληνικά

Μετάφραση: slope, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γέρνω, κατηφορίζω, πλαγιά
Slope στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • alchemist στα ελληνικά - αλχημιστής
  • attachments στα ελληνικά - συνημμένα, συνημμένων, εξαρτήματα, τα συνημμένα, προσκολλήσεις
  • balsa στα ελληνικά - τροπικό δέντρο, μπάλσα, μπάλσας, βαλσαμόδεντρου
  • bone στα ελληνικά - κόκαλο, οστό, κόκκαλο, οστών, των οστών
Τυχαίες λέξεις
Slope στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γέρνω, κατηφορίζω, πλαγιά