Stirrer στα ελληνικά

Μετάφραση: stirrer, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναδευτήρας, αναδευτήρα, αναδευτήρος, αναδευτή, του αναδευτήρα
Stirrer στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ages στα ελληνικά - ηλικίες, ηλικιών, ηλικίας, των ηλικιών, τις ηλικίες
  • atmospherically στα ελληνικά - ατμοσφαιρικά, ατμοσφαιρικώς, ατμοσφαιρική πίεση, υπό ατμοσφαιρική πίεση, υπό ατμοσφαιρική
Τυχαίες λέξεις
Stirrer στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναδευτήρας, αναδευτήρα, αναδευτήρος, αναδευτή, του αναδευτήρα