Stock στα ελληνικά

Μετάφραση: stock, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παρακρατώ, απόθεμα
Stock στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • airliner στα ελληνικά - αεροπλάνο γραμμής, αεροπλάνο, αεροσκάφος, αεροσκάφους, επιβατηγό αεροσκάφος
  • audited στα ελληνικά - ελέγχθηκαν, ελεγχθεί, ελέγχονται, ελεγμένες, έλεγχο
  • batteries στα ελληνικά - μπαταρίες, μπαταριών, ηλεκτρικές στήλες, ηλεκτρικών στηλών, τις μπαταρίες
  • bloody-minded στα ελληνικά - δύστροπος, σκληρός
Τυχαίες λέξεις
Stock στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παρακρατώ, απόθεμα