Stopover στα ελληνικά
Μετάφραση: stopover, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στάση, ενδιάμεση στάση, ενδιάμεσο σταθμό, ενδιάμεσο, σταθμό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- anesthetizing στα ελληνικά - αναισθητοποίηση
- buckling στα ελληνικά - λυγισμού, λυγισμός, λυγισμό, κάμψη, κύρτωση
- chamois-leather στα ελληνικά - σαμουά, αγριοκάτσικου, αγριόγιδο, αίγαγροι, δέρμα σαμουά
Τυχαίες λέξεις
Stopover στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στάση, ενδιάμεση στάση, ενδιάμεσο σταθμό, ενδιάμεσο, σταθμό
Μεταφράσεις: στάση, ενδιάμεση στάση, ενδιάμεσο σταθμό, ενδιάμεσο, σταθμό