Strength στα ελληνικά

Μετάφραση: strength, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρώμη
Strength στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • active στα ελληνικά - δραστήριος, ακμαίος, ενεργός
  • calcify στα ελληνικά - σκληρύνομαι, οστεοποιώ, απολιθώνω, σκληρύνω, ασβεστοποιηθούν
  • callus στα ελληνικά - κάλος, τύλου, κάλλου, τύλων, τύλος
Τυχαίες λέξεις
Strength στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρώμη