Απομονωμένος στα αγγλικά
Μετάφραση: απομονωμένος, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
secluded, isolated, sequestered, isolated on
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: απομονωμένος
detached
- αμερόληπτος
- απομονωμένος
- ξεκομμένος
- απροκατάληπτος
- απομονωμένος
- απομονωμένος
- απομεμονωμένος
- απόμερος
- απομονωμένος
- απομονωμένος
- μη δυνάμενος να επικοινήσει
Σχετικές λέξεις: απομονωμένος
απομονωμένος συνώνυμο, απομονωμένος στα αγγλικα, απομονωμένος ορός γάλακτος, απομονωμένος λεξικό γλώσσας αγγλικά, απομονωμένος στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- απομακρυσμένος στα αγγλικά - distant, remote, remoteness, distal, remotely
- απομνημονεύω στα αγγλικά - memorize, commit to memory
- απομονώνω στα αγγλικά - seclude, isolate, insulate, cut off
- απομόνωση στα αγγλικά - clutch, seclusion, isolation, quarantine, isolate, isolating
Τυχαίες λέξεις
Απομονωμένος στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: secluded, isolated, sequestered, isolated on
Μεταφράσεις: secluded, isolated, sequestered, isolated on