Supplication στα ελληνικά
Μετάφραση: supplication, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ικεσία, δέηση, ικεσίας, δέησης, δεήσεως
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- anuran στα ελληνικά - άνουρα
- arbitrate στα ελληνικά - διαιτητεύω
- armpit στα ελληνικά - μασχάλη, μασχάλης, τη μασχάλη, στη μασχάλη, της μασχάλης
- brutalizing στα ελληνικά - βαναυσότητα, βαναυσότητα του
Τυχαίες λέξεις
Supplication στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ικεσία, δέηση, ικεσίας, δέησης, δεήσεως
Μεταφράσεις: ικεσία, δέηση, ικεσίας, δέησης, δεήσεως