Surveyor στα ελληνικά

Μετάφραση: surveyor, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τοπογράφος, επιθεωρητής, Surveyor, επιθεωρητή, χωρομέτρη
Surveyor στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • absence στα ελληνικά - απουσία
  • amaranthine στα ελληνικά - αμαράντινος
  • bedraggle στα ελληνικά - λερώνω, διασύρω
  • brandished στα ελληνικά - κραδαίνει, κραδαίνοντας, ανέμιζαν, κραδαίνοντας την, επέσειαν
Τυχαίες λέξεις
Surveyor στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τοπογράφος, επιθεωρητής, Surveyor, επιθεωρητή, χωρομέτρη