Swiftly στα ελληνικά

Μετάφραση: swiftly, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γοργά, ταχέως, γρήγορα, ταχεία, σύντομα, ταχύτερο
Swiftly στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • anchoress στα ελληνικά - ασκήτρια
  • bowdlerize στα ελληνικά - εξαγνίζω
Τυχαίες λέξεις
Swiftly στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γοργά, ταχέως, γρήγορα, ταχεία, σύντομα, ταχύτερο