Territorial στα ελληνικά
Μετάφραση: territorial, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εδαφικός, εδαφική, εδαφικής, εδαφικών, εδαφικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- after-sound στα ελληνικά - μετά, μετά από, μετά την, αφού, από
- aroma στα ελληνικά - άρωμα, αρώματος, το άρωμα, άρωμά, αρώματα
- assessable στα ελληνικά - διατιμητός, αξιολογήσιμων, προσδιορίσιμος, φορολογητέων, αξιολογήσιμα
Τυχαίες λέξεις
Territorial στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εδαφικός, εδαφική, εδαφικής, εδαφικών, εδαφικές
Μεταφράσεις: εδαφικός, εδαφική, εδαφικής, εδαφικών, εδαφικές