Unavoidably στα ελληνικά
Μετάφραση: unavoidably, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναπόφευκτα, αναγκαστικά, αναπόφευκτο, αναπόφευκτη, αναποφεύκτως
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- adduced στα ελληνικά - προσκόμισε, προσκομίζει, προσκόμισαν, προσκομίστηκαν, επικαλείται
- aviary στα ελληνικά - πτηνοτροφείο
- benedict στα ελληνικά - νεόνυμφος, Βενέδικτος, Βενέδικτου, Βενέδικτο
Τυχαίες λέξεις
Unavoidably στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναπόφευκτα, αναγκαστικά, αναπόφευκτο, αναπόφευκτη, αναποφεύκτως
Μεταφράσεις: αναπόφευκτα, αναγκαστικά, αναπόφευκτο, αναπόφευκτη, αναποφεύκτως