Weaken στα ελληνικά
Μετάφραση: weaken, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποδυναμώνομαι, αποδυναμώνω
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- buries στα ελληνικά - θάβετε, θάβει
- captivities στα ελληνικά - αιχμαλωσίες, ομηρίες
Τυχαίες λέξεις
Weaken στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποδυναμώνομαι, αποδυναμώνω
Μεταφράσεις: αποδυναμώνομαι, αποδυναμώνω